Αυγουστου εννια…. για τον πατερα μου

Μεγάλωσα σε ένα σπίτι με κήπο, με πορτοκαλιές, λεμονιές και πασχαλιές. «Κάτω» στις χαμοκέλες είχαμε κότες και στα κενά, φυτεύανε πατάτες οι γονείς μου, σκόρδα και μαρούλια. Ως νοικοκυραίοι σηκώνονταν  νωρίς για να τον περιποιηθούν και ήταν πάντα έτοιμο  το πρωινό μας καθώς ξυπνούσαμε για να πάμε σχολείο. Είχαν οι δυό τους τόσο πάθος και αγάπη για όλα που πολλές φορές έμεινα έκπληκτος που ήταν κάθε μέρα, κάθε πρωί και κάθε απόγιομα  «στον κήπο». Αυτός έφευγε λίγο μετά για την δουλειά – πώς τα προλάβαινε όλα, ένας θεός  ξέρει!

Φεύγαμε κι εμείς και όταν πιά τελειώναμε το σχολιό, γυρνούσαμε πεινασμένα για το μεσημεριανό. Εκείνος δεν ήταν εκεί. Είχε έρθει σε κάποια στιγμή, είχε φάει το φαγητό που είχε με μαεστρία μαγερέψει η μάνα και είχε ξανά φύγει για τα «γκρουπ». Ήταν φωτογράφος. Από τους παραδοσιακούς, «υπαίθριος» έγραφε η άδεια ασκήσεως επαγγέλματος που είχε τότε ως επαγγελματίας.
Φωτογράφιζε στον «χώρο» – τον Αρχαιολογικό Χώρο – της Ολυμπίας τους τουρίστες και τους επισκέπτες. Ανάμεσα στους απλούς και «ασήμαντους», είχε την ευκαιρία – ως ο μοναδικός φωτογράφος για 60 χρόνια  εκεί – να φωτογραφίσει μεγάλες προσωπικότητες του κόσμου, Έλληνες και ξένους, από τον Χαρίλαο Φλωράκη και την Νανά Μούσχουρη, μέχρι τον Ρίτσαρντ Ατένμπορο και τον Νέλσον Μαντέλα.

Είχε μάθει την «δουλειά» στην Αθήνα, όταν ήταν φαντάρος, δουλεύοντας στις εξόδους ως φωτορεπόρτερ στο πρακτορείο που είχαν τότε οι αδελφοί Μεγαλοκονόμου. Μετά ήρθε στα Ολύμπια για να δουλέψει με τον ξάδελφό του Γιώργο Παπαϊωάννου και αργότερα με τον Λάμπη Ρέππα, Λάμπη Αντωνόπουλο και τον αδελφό του Χαραλάμπη Παπαϊωάννου. Λίγα χρόνια μετά, συνέχισε με τον αδελφό του και στην συνέχεια με τους δύο γιούς του, εμένα και τον αδελφό μου, όπου κράτησε την επιχείρηση έως το 2008.

Ως άνθρωπος και ως πολίτης ήταν «τύπος και υπογραμμός». Καλός οικογενειάρχης, ήσυχος και φιλότιμος και πάρα πολύ εργατικός. Το καφενείο «δεν τον ήξερε», είχε μόνο την δουλειά του, το μαγαζί του – το περίφημο «ΦΩΤΟ ΟΛΥΜΠΙΑ» – και το σπίτι του. Ήταν καλός άνθρωπος ο Βασίλης ο φωτογράφος όπως τον έλεγαν όλοι .

Όλα όσα θυμάμαι από αυτόν είναι η πιό ωραία ανάμνηση και τώρα καταλαβαίνω ότι είναι ένα μεγάλο κομμάτι μου.  Σε αυτόν έμαθα κι εγώ την «τέχνη». Από 16 χρονών τον ακολουθούσα στην δουλειά, έφερνα τότε παιδί ακόμα τα ασπρόμαυρα φιλμ στο εργαστήριο «για εμφάνιση» με οδηγίες για τους «χρόνους» και την θερμοκρασία, που αργότερα έμαθα κι εγώ τι σήμαιναν. Στο «τράβηγμα» ήταν «αητός»! Είχε μάθει να κάνει – αν και γρήγορα λόγω πιεσμένου χρόνου για να τα προλάβει όλα – φοβερές φωτογραφίες με τον κόσμο μπροστά στα αρχαιολογικά μνημεία. Στην Παλαίστρα με τις κουτσουπιές, στο Θεηκολεών, στον ναό της Ήρας, στην Κρύπτη, στο Στάδιο. Γνώριζε κάθε γωνία, κάθε στιγμή πώς πέφτει το φως, με τι χρόνο θα εμφάνιζε και σε τι θερμοκρασία, ανάλογα με το πόσο «σκληρός» ήταν ο ήλιος.

«Πρέπει να προσέχεις για να έχεις πάντα θέμα στα κάδρα σου» μου έλεγε.

Πάντα με μάθαινε για την ιστορία του τόπου, όταν πήγαινα κοντά του και είχαμε χρόνο να περιμένουμε τα γκρουπ, μου έλεγε «απ’ έξω κι ανακατωτά» την ιστορία του κάθε αρχαίου οικοδομήματος που έβλεπα. Τον αγαπούσε τον χώρο κι εγώ έμαθα να τον αγαπώ μέσα από την δική του ματιά.

Τον θυμάμαι με το μηχανάκι του – ένα ZUNDAPP κόκκινο 50άρι – να ανεβοκατεβαίνει την ανηφόρα στο Παλιό Μουσείο ή να έρχεται κουρασμένος και ολοΐδρωτος στο σπίτι να αλλάξει και να φάει. Ήταν πάντα προσκολημμένος στην δουλειά του αλλά ποτέ δεν μας έλειψε ούτε η παρέα του, ούτε η καλή του κουβέντα, ούτε και τίποτα άλλο. Στερούνταν από την δική του «καλοπέραση» για να «μην μας λείψει τίποτα». Δεν ήταν «χασομέρης» και δεν ασχολιόταν με τον κόσμο, «σπίτι- δουλειά, δουλειά-σπίτι». Όποιος τον ήξερε, όταν έλεγα πως είμαι γιός του, μου έλεγαν «τι καλό πατέρα έχεις» και βέβαια το πόσο του έμοιαζα «σαν σταγόνα νερό».

Ήταν καλός άνθρωπος ο Βασίλης ο φωτογράφος. Ο φωτογράφος της Ολυμπίας. Ο άνθρωπος που με την μηχανή και την τέχνη του, διαφήμισε την Ολυμπία περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον στον κόσμο. Ήταν ο λόγος που είμαι σήμερα φωτογράφος. Ήταν ο λόγος που σήμερα αισθάνομαι περήφανος που τον είχα στην ζωή μου φωτεινό παράδειγμα.

Το «καντηλάκι» του έσβησε στις εννέα του Αυγούστου.

Αυτός ήταν ο πατέρας μου.

Ο θεός να τον αναπαύσει.

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή κειμένων, φωτογραφιών, γραφικών και εικονογραφήσεων,  ή μετάδοση με οποιοδήποτε οπτικοακουστικό μέσο, όλου ή μέρους των αναρτήσεων του blog και του site, χωρίς την έγγραφη άδεια του εκδότη (Νόμος 2121 / 93 άρθρο 14 παρ. 3 Περί πνευματικής ιδιοκτησίας). Οι φωτογραφίες, τα γραφικά και γενικά αρχεία που υπόκεινται σε πνευματικά δικαιώματα και συνοδεύουν τα άρθρα, την ευθύνη νόμιμης χρήσης τους έχει ο δημιουργός τους.

 

copyright © 2016 Δημήτρης Παπαϊωάννου

Advertisement

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s