Με χρυσά και πράσινα χρώματα και του Δάσους τις φτέρες
Ζωντάνεψε η φλόγα του μεσημεριού
Κανένας δεν μπορούσε να δει εκείνο που δεν φαίνεται στο γυμνό μάτι
Μόνο με την ψυχή σου μπορούσες να διακρίνεις τη διαφορετικότητα των χρωμάτων.
◊
Πόσες φορές αλήθεια δεν έχεις τρέξει ανάμεσα στα ψηλά χόρτα
Πόσες φορές δεν έκοψες – έτσι για γούστο – τις κορφές της φτερίνας
Αλήθεια, θυμάσαι τη μυρωδιά που έχει;
Θυμάσαι τον ήχο που κάνει; Φρρρρτ ανάμεσα στα δάχτυλά σου τα λεπτά.
◊
Με κίτρινα και λευκά υφάσματα, πλυμένα στο ποτάμι, πάνω στις ασπρισμένες πέτρες
Ντύνεσαι και ακολουθείς τη ροή του
Ακολουθείς το θόρυβο των νερών του ανάμεσα από την πράσινη χλωρίδα
Που καλύπτει τα απόσκια.
◊
Είναι καυτή η ανάσα του Θεριστή και του Αλωνάρη
Και δεν αντέχεις την πολύ ζέστη
Μα ξέρεις πώς να δροσιστείς, ξέρεις τι θα πρέπει να κάνεις για να νιώσεις λίγη δροσιά
Βουτάς τα πόδια σου στο παγωμένο νερό και ανατριχιάζεις από ηδονή.
◊
Σου αρέσει να τριγυρνάς εδώ κι εκεί μέσα στα δέντρα, ανάμεσα από τους κορμούς
Και χαίρεσαι που βλέπεις τόση ομορφιά γύρω σου
Αφουγκράζεσαι τους θορύβους που κάνουν μακρινά κοπάδια
Και τρομάζεις, που έξαφνα ακούς το σούρσιμο της χουρχούρας δίπλα στα πόδια σου.
◊
Το απόγιομα στρέφεις το πρόσωπο κατά τον ήλιο που όλο και αδυνατίζει το φως του
Για να χαρείς τα χρώματα του ουρανού
Τραβάς κατά το χωριό, κοντοστέκεσαι σε κάποια βρύση και πάλι πίνεις
Έχεις πια γιομίσει από την ενέργεια του βουνού.
◊
Τα σπίτια σε χαιρετούν και οι άνθρωποι λένε πως πέρασε η μέρα
Στο καφενείο παίζουν πρέφα και δηλωτή
Όλοι – κι εσύ μαζί – περιμένουν «τη γιορτή»
Είναι μετρημένες οι μέρες, έφτασε στο αποκορύφωμα η προσμονή.
◊
Κουρασμένα σέρνεις τα πόδια σου, τα χέρια κρέμονται από το πλάι
Αλλά εσύ έχεις μέσα στο μυαλό σου το Δάσος, το Ποτάμι, τον Ουρανό
Σουρουπώνει και η βραδινή δροσιά ξαμολιέται από τα αιώνια στοιχειά
Το Δάσος, το Ποτάμι, τον Ουρανό, και εσύ αναρωτιέσαι: είν’ όνειρο;
Απαγορεύεται η αντιγραφή εικόνων ή κειμένου. copyright © 2012 Δημήτρης Παπαϊωάννου
Νόμος 2121/93 άρθρο 14 Περί πνευματικής ιδιοκτησίας